Χίλια τετρακόσια εξήντα εννέα ελληνόγλωσσα έγγραφα από το συρτάρι του, δημοσιοποιούνται
Εξόντωσε τους Σουλιώτες, έπνιξε την Κυρα-Φροσύνη, σχεδίασε τη δολοφονία του πεθερού και του γαμπρού του, έμαθε στους Έλληνες αρματολούς να πολεμάνε. Η ζωή του ήταν πολυτάραχη, η εξουσία του ευρύτατη, η σταδιοδρομία του αιματηρή και η πτώση του εκκωφαντική. Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα ο Τεπελενλής Αλής, πασάς των Ιωαννίνων; Σήμερα για πρώτη φορά η αλήθεια ξεπροβάλλει πίσω από τον μύθο του χάρη στη δημοσίευση του προσωπικού του αρχείου.Χίλια τετρακόσια εξήντα εννέα ελληνόγλωσσα έγγραφα από το συρτάρι του Αλή Πασά δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά στο σύνολό τους, στην τετράτομη έκδοση του Αρχείου του, που φωτίζει σε βάθος μια από τις σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Επιστημονικός υπεύθυνος και σχολιαστής, ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς της μεταπολεμικής Ελλάδας, ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ο οποίος μας παρουσιάζει με αδρές γραμμές και τον χαρακτήρα του Τεπελενλή.Εφέντι μου, ετούτη είναι όλη φουκαράδς και δεν έχουν προτον ψομί να φαν και θέλα πεθάνουν από την πήναν...Από τους βασικούς αρχηγούς της πολιορκίας του Σουλίου, ο Μπεκήρ Τζογαδούρης, ζητά στις 8/5/1804 από τον Αλή Πασά να βοηθήσει τους φτωχούς Σουλιώτες που έχουν απομείνει εκεί, δίνοντάς τους δουλειά και έναν παπά «ότι η Ρομέγη χορής παπάν δεν ημπορούν να γκάμουν». Ο Αλή Πασάς είναι 54 χρόνων τότε, και θα ζήσει άλλα 18 ώς τα 72 του, οπότε θα δολοφονηθεί το 1822 με εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, πάνω στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων όπου είχε καταφύγει και ζούσε μια απροσδόκητη και τρυφερή σχέση με την Κυρα-Βασιλική. Σε εκείνα τα νερά, είχε διατάξει το 1804 να θανατωθούν με πνιγμό η Γιαννιώτισσα Κυρα-Φροσύνη- μια επώνυμη αρχόντισσα της πόλης- και 17 ακόμα γυναίκες με το πρόσχημα του άσεμνου βίου.Αλβανός μουσουλμάνος, γεννημένος στο Τεπελένι (οικισμό του Μπερατίου), από οικογένεια δραστήριων και διεκδικητικών τοπικών μπέηδων, πατέρας τριών γιων (Βελή, Μουχτάρ και Σαλήχ), ο Αλής διορίστηκε πασάς (περιφερειακός διοικητής) των Ιωαννίνων το 1788. Από τις αρχές του 19ου αιώνα είχε υπό τον